ΤΟ ΣΥΝΟΡΟ
και πάλι αφιερωμένο στον Γιάννη Τσίγκρα..
Υπάρχει ένα σύνορο
αν το περάσεις γεμίζουν αμφιβολία οι τσέπες σου
και τριγμοί παρουσιάζονται στα ιώδη.
Προτιμούμε να ακουμπάμε αμέτοχοι
να βάζουμε τις ασπιρίνες στο στόμα
και να ξεραίνουμε τα όνειρα
μέχρι την θραύση.
Ανήκουμε σε ένα σύμπαν καταμετρημένων αρνήσεων
ως εκ τούτου ο κάδος μας εκπροσωπεί
καθώς εκεί πετάμε εμείς οι ίδιοι τα όνειρά μας.
Ξέρω ότι υπάρχει ένα δέντρο μικρότατο
το λέω αλιόθ, καθώς ριζώνει μες στις πέτρες.
μοιάζει με μούχλα πράσινη, αόρατη.
Όσοι σκύψανε τόσο ώστε
να πέσουν κάτω από τα κλαδιά του
αισθάνθηκαν πως μυρίζει ο παράδεισος.
Επάνω τους ανάσα λεπτότατης αύρας
που κουβαλάει θηλυκά όνειρα
και βάρκες αθωότητας χωρίς κουπιά.
Αυτοί συνήθως δεν ξαναγυρίζουν.
Εμείς οι σοβαροί γραφιάδες του τίποτα
δεν θα τους καταλάβουμε ποτέ
γιατί η δόξα μας φυτρώνει και στις τσέπες μας
και φτάνει στα μάτια μας ωχρά κηλίδα,
ακούμε μόνο ξελιγωμένα «εύγε»
παρκαρισμένα στο μυαλό μας, σαν μωρά.
Κι έτσι δεν μπορέσαμε να δούμε τον Γιάννη
η φήμη μας ήταν μεγαλύτερη του πεδίου
και οι βράνες δεν είχαν ακουμπήσει στον χωρόχρονο.
Για αυτό καθόμαστε σαν τις μαινάδες
κι ουρλιάζουμε ο εις του άλλου ακατάληπτα.
Σου λέω σκέφτομαι να δώσω μια κλωτσιά
στις αηδίες των στίχων μου
να βγω να γονατίσω εκεί στο αλιόθ
να φύγω πέρα από το σύνορο
και την περίφημή σου πια κανονικότητα.
Τότε θα δεις ή μάλλον μόνον εγώ θα δω
τα χρώματα του αληθινού ασπρόμαυρου
την αύρα την λεπτή των φωνηέντων
και κείνο το μικρό παιδί
που έρχονταν στον θερινό
με το ταψί το σάμαλι
ζουμιά σου λέω, ως ουρανός.
Νίκος Βαραλής 2017
και πάλι αφιερωμένο στον Γιάννη Τσίγκρα..
Υπάρχει ένα σύνορο
αν το περάσεις γεμίζουν αμφιβολία οι τσέπες σου
και τριγμοί παρουσιάζονται στα ιώδη.
Προτιμούμε να ακουμπάμε αμέτοχοι
να βάζουμε τις ασπιρίνες στο στόμα
και να ξεραίνουμε τα όνειρα
μέχρι την θραύση.
Ανήκουμε σε ένα σύμπαν καταμετρημένων αρνήσεων
ως εκ τούτου ο κάδος μας εκπροσωπεί
καθώς εκεί πετάμε εμείς οι ίδιοι τα όνειρά μας.
Ξέρω ότι υπάρχει ένα δέντρο μικρότατο
το λέω αλιόθ, καθώς ριζώνει μες στις πέτρες.
μοιάζει με μούχλα πράσινη, αόρατη.
Όσοι σκύψανε τόσο ώστε
να πέσουν κάτω από τα κλαδιά του
αισθάνθηκαν πως μυρίζει ο παράδεισος.
Επάνω τους ανάσα λεπτότατης αύρας
που κουβαλάει θηλυκά όνειρα
και βάρκες αθωότητας χωρίς κουπιά.
Αυτοί συνήθως δεν ξαναγυρίζουν.
Εμείς οι σοβαροί γραφιάδες του τίποτα
δεν θα τους καταλάβουμε ποτέ
γιατί η δόξα μας φυτρώνει και στις τσέπες μας
και φτάνει στα μάτια μας ωχρά κηλίδα,
ακούμε μόνο ξελιγωμένα «εύγε»
παρκαρισμένα στο μυαλό μας, σαν μωρά.
Κι έτσι δεν μπορέσαμε να δούμε τον Γιάννη
η φήμη μας ήταν μεγαλύτερη του πεδίου
και οι βράνες δεν είχαν ακουμπήσει στον χωρόχρονο.
Για αυτό καθόμαστε σαν τις μαινάδες
κι ουρλιάζουμε ο εις του άλλου ακατάληπτα.
Σου λέω σκέφτομαι να δώσω μια κλωτσιά
στις αηδίες των στίχων μου
να βγω να γονατίσω εκεί στο αλιόθ
να φύγω πέρα από το σύνορο
και την περίφημή σου πια κανονικότητα.
Τότε θα δεις ή μάλλον μόνον εγώ θα δω
τα χρώματα του αληθινού ασπρόμαυρου
την αύρα την λεπτή των φωνηέντων
και κείνο το μικρό παιδί
που έρχονταν στον θερινό
με το ταψί το σάμαλι
ζουμιά σου λέω, ως ουρανός.
Νίκος Βαραλής 2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου