«Τα κορίτσια με τις άσπρες κορδέλες» κριτική του Τάκη Παντελόπουλου
Γράφει:
ο Τάκης Παντελόπουλος στη "Θεσσαλία" - Εκπαιδευτικός Συγγραφέας
« Η ιστορία είναι ο μάρτυρας των εποχών, η λαμπάδα της αλήθειας, η ζωή της μνήμης, ο δάσκαλος της ζωής....»
Σοφή η ρήση του Κικέρωνα , η οποία συναντά, στοχαστικά, τη σκέψη της Χαρούλας Φράγκου, όταν αποφάσισε, γράφοντας το νέο συγγραφικό της πόνημα, να γνωριστεί και πάλι μαζί μας και ως φτασμένη πεζογράφος, εκτός από καταξιωμένη ποιήτρια, που τη γνωρίζουμε, μέσα από τις ποιητικές της Συλλογές.
«Τα κορίτσια με τις άσπρες κορδέλες...» είναι ο τίτλος του βιβλίου, των 435 σελίδων, που κυκλοφόρησε στο τέλος του 2016, με την εκδοτική στήριξη των εκδόσεων Γαβριηλίδη-Αθήνα. Η ευγενική διάθεση προσφοράς ως «εγκάρδιο δώρημα» μας δίνει την ευκαιρία να γίνουμε για μια ακόμη φορά, συμπορευτές του δημιουργικού της έργου περπατώντας στους ιστορικούς διαδρόμους μνήμης, μιας εποχής που μπορεί να φαντάζει μακρινή, αλλά και πολύ κοντινή. Οι λέξεις: Κορίτσια, κορδέλες, άσπρες, κρύβουν μέσα τους εικόνες ζωής παιδικών και εφηβικών ονείρων. Ενεργοποιούν μνήμες που οικοδομούν μια σύνθεση αναμνήσεων και νεανικών βιωμάτων, εκφρασμένα με έντεχνο αφηγηματικό ύφος,συναισθηματικά φορτισμένο. Οι αναμνήσεις συγχέονται με βιώματα και ενύπνιες φαντασίες, που χάραξαν κηλίδες στην ψυχή της εφηβικής ζωής, γι’ αυτό και η κάθε έξαρση αφήγησης δικαιολογείται απόλυτα , ίσως και να επιβάλλεται από τις εξειδικευμένες νοηματικές απαιτήσεις των κεφαλαίων, που τα καθιστούν βιωματικά και χρηστικά.
Καρπός μιας πολύχρονης εργασίας με σύστημα, μέθοδο και πειθαρχία στη συγγραφική δεοντολογία, που υπακούσει ευλαβικά η δημιουργός. Με την ευαίσθητη πένα της σκιαγραφεί σκιές μιας καταχνιάς όπου το φως και το σκοτάδι αναμετριούνται, ανταγωνιστικά, σε στιγμές που θελημένα ή αθέλητα τις ακολουθείς και τις ζεις, ως αναγνώστης. Τα κοριτσόπουλα και μαθήτριες με τις κοτσίδες δεμένες με τις άσπρες κορδέλες επιθυμούν να μας διηγηθούν τη δική τους ιστορία –αληθινή και μερικώς επινοημένη- αναθέτοντας το ρόλο αυτό στη «Μυρσίνη». Βολιωτοπούλα αντιπροσωπευτικός τύπος καλού κοριτσιού, γνωστής οικογένειας του Βόλου.
Με μια αξιοθαύμαστη αφηγηματική τεχνική η συγγραφέας περνά άνετα από τη μυθοπλασία νεανικής έξαρσης στην πραγματικότητα μιας κρίσιμης χρονικής περιόδου, που οι ιστορικές και κοινωνικές αναταράξεις, και οι ατυχείς οικογενειακές στιγμές, που βίωνε η μικρή «Μυρσίνη», την χρωματίζουν γκρίζα.
Οι περιγραφές εξαίσιες και το ύφος μοναδικό, που ξεχωρίζουν οι χρωματικές εκλάμψεις της ποίησης, που η συγγραφέας τις γνωρίζει καλά. Με τον γνώριμο λογοτεχνικό λόγο της, συνδέει τον ιδεαλισμό και την κουλτούρα της εποχής αποτυπώνοντας ιστορικές καταστάσεις, που κεντρίζουν και το δικό μας θυμικό, που την περίοδα της δεκαετίας του ’50 -λίγο πριν και μετά- ήταν σε συνέργεια. Προσεγγίζουμε θέματα κοινωνικά, πολιτικά, ιστορικά, πολιτιστικά, με άρωμα το συναίσθημα, με ρεαλισμό κι’ επαγωγικό τρόπο έκφρασης. Περιδιάβασμα σκέψεων που αβίαστα περνούν, σαν σκηνές κινηματογραφικής ταινίας. Σταματούμε το χρόνο μερικές δεκαετίες πίσω και αναπολούμε όμορφες παιδικές στιγμές, με τις δυσκολίες, αλλά και τον ρομαντισμό, που κάνει τον πόνο ηπιότερο και ανθεκτικό. Περιορισμένα και τα δικά μας ψυχαγωγικά διαλείμματα, που έχουν ως σημείο αναφοράς, τις κυριακάτικες βόλτες στο Φαρδύ της Νέας Ιωνίας, την παραλία του Βόλου, παρακολούθηση κάποιας κατάλληλης ταινίας, γευστικές απολαύσεις σε ζαχαροπλαστείο ή γαλακτοπωλείο και επιστροφή στο σπίτι, πριν τις 12μ. Όπως όριζε ο αυστηρός οικογενειακός κώδικας. Η συμμετοχή μας στο δικαίωμα μόρφωσης σε γυμνάσια του Βόλου (στη Ν. Ιωνία δεν υπήρχαν), που οι πρόσφυγες γονείς μας, με αγώνα και θυσίες μας το εξασφάλισαν, ήταν η καθημερινότητά μας. Τους θυμόμαστε πάντα με σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Κάθε πρωί διανύαμε την απόσταση Ν. Ιωνία-Βόλου με τα πόδια.
Μνήμες χαραγμένες βαθιά που δεν έχουν τελειωμό. Αυτουργός αυτής της παρένθεσης η αγαπητή Χαρούλα. Μας το λέει και η ίδια. «Μνήμες αλλοτινών καιρών». Κλείνω την παρένθεση και επανέρχομαι.
Οι παράγραφοι των αφηγήσεων που αποτελούν και τα επιμέρους Κεφάλαια του περιεχομένου, διαμοιράζονται σε τρία μέρη.
Στο πρώτο: «Δίκην Ημερολογίου» έχει ως σημείο αναφοράς το Άσυλο Παιδιού Βόλου, που υπήρξε για τη συγγραφέα η φιλόξενη Εστία των παιδικών της ονείρων και με πολύ σεβασμό. Αγάπη και ευγνωμοσύνη εκφράζει τα συναισθήματά της.
Στο δεύτερο: «Πανανθρώπινη Αλληλεγγύη- Εθελοντισμός» παρουσιάζει με επάρκεια στοιχείων και τεκμηρίωση, την πολύχρονη ιστορική διαδρομή και την αναγνωρισμένη κοινωνική προσφορά του Ιδρύματος, που ξεκινά από το 1922. Πλέκει τον ιστορκό καμβά του ΑΠΒ: Ίδρυση, συμπαραστάτες, ευεργέτες, πρόσωπα, που υπηρέτησαν με εθελοντισμό και αγάπη στο παιδί κ.α., που δικαιολογούν την καθολική αναγνώριση της κοινωνίας του Βόλου.
Στο τρίτο και τελευταίο μέροs: «Λίγο προτού πούμε αντίο» δίνει με πολλή εγκαρδιότητα και πλούσιο συναισθηματικό οίστρο το πολυσχιδές σκηνικό της παραμονής της στο Άσυλο. Περιγράφει τις σπουδαιότερες στιγμές της ζωής της στο Ίδρυμα. Επικοινωνίες, φιλίες, δημιουργικές στιγμές, χαρές, λύπες κ.α. Με συγκίνηση και ανθρώπινη διάσταση συναισθημάτων αποτυπώνει τις τελευταίες στιγμές της ζωής της στο Άσυλο. Αποκαλύπτει το πραγματικό πρόσωπο της ηρωίδας Μυρσίνης. Αυτοβιογραφικό το αφήγημα, που ο απλός, κατανοητός και λογοτεχνικά πλούσιος λόγος δημιουργεί ατμόσφαιρα υψηλής αισθητικής και ευχάριστης ανάγνωσης.
Επικυρώνει την εκτίμησή μας πως στη νέα της προσπάθεια να παρουσιάσει κείμενο έντεχνου πεζού λόγου, στάθηκε πανάξια. Το φωτογραφικό συλλεκτικό πανόραμα με 22 ιστορικές φωτογραφίες , που κλείνε την έκδοση, ενισχύουν τον τεκμηριωμένο λόγο και με πληρότητα αναδεικνύουν την ιστορικότητα του Ασύλου.
Ως επιμύθιο αυτών των απόψεων, παραθέτουμε στίχους του πάντα επίκαιρου Νομπελίστα ποιητή Σεφέρη, που διακρίνουμε συναντιλήπτορα τη συγγραφέα. Συγχαρητήριο και ευχαριστήριο αντίδοτο στη Χαρούλα Φράγκου.
«Κάποτε συλλογίζομαι πως τούτα εδώ που γράφω δεν είναι άλλο παρά εικόνες, που κεντούν στο δέρμα τους φυλακισμένοι ή πελαγήσιοι».
Καρπός μιας πολύχρονης εργασίας με σύστημα, μέθοδο και πειθαρχία στη συγγραφική δεοντολογία, που υπακούσει ευλαβικά η δημιουργός. Με την ευαίσθητη πένα της σκιαγραφεί σκιές μιας καταχνιάς όπου το φως και το σκοτάδι αναμετριούνται, ανταγωνιστικά, σε στιγμές που θελημένα ή αθέλητα τις ακολουθείς και τις ζεις, ως αναγνώστης. Τα κοριτσόπουλα και μαθήτριες με τις κοτσίδες δεμένες με τις άσπρες κορδέλες επιθυμούν να μας διηγηθούν τη δική τους ιστορία –αληθινή και μερικώς επινοημένη- αναθέτοντας το ρόλο αυτό στη «Μυρσίνη». Βολιωτοπούλα αντιπροσωπευτικός τύπος καλού κοριτσιού, γνωστής οικογένειας του Βόλου.
Με μια αξιοθαύμαστη αφηγηματική τεχνική η συγγραφέας περνά άνετα από τη μυθοπλασία νεανικής έξαρσης στην πραγματικότητα μιας κρίσιμης χρονικής περιόδου, που οι ιστορικές και κοινωνικές αναταράξεις, και οι ατυχείς οικογενειακές στιγμές, που βίωνε η μικρή «Μυρσίνη», την χρωματίζουν γκρίζα.
Οι περιγραφές εξαίσιες και το ύφος μοναδικό, που ξεχωρίζουν οι χρωματικές εκλάμψεις της ποίησης, που η συγγραφέας τις γνωρίζει καλά. Με τον γνώριμο λογοτεχνικό λόγο της, συνδέει τον ιδεαλισμό και την κουλτούρα της εποχής αποτυπώνοντας ιστορικές καταστάσεις, που κεντρίζουν και το δικό μας θυμικό, που την περίοδα της δεκαετίας του ’50 -λίγο πριν και μετά- ήταν σε συνέργεια. Προσεγγίζουμε θέματα κοινωνικά, πολιτικά, ιστορικά, πολιτιστικά, με άρωμα το συναίσθημα, με ρεαλισμό κι’ επαγωγικό τρόπο έκφρασης. Περιδιάβασμα σκέψεων που αβίαστα περνούν, σαν σκηνές κινηματογραφικής ταινίας. Σταματούμε το χρόνο μερικές δεκαετίες πίσω και αναπολούμε όμορφες παιδικές στιγμές, με τις δυσκολίες, αλλά και τον ρομαντισμό, που κάνει τον πόνο ηπιότερο και ανθεκτικό. Περιορισμένα και τα δικά μας ψυχαγωγικά διαλείμματα, που έχουν ως σημείο αναφοράς, τις κυριακάτικες βόλτες στο Φαρδύ της Νέας Ιωνίας, την παραλία του Βόλου, παρακολούθηση κάποιας κατάλληλης ταινίας, γευστικές απολαύσεις σε ζαχαροπλαστείο ή γαλακτοπωλείο και επιστροφή στο σπίτι, πριν τις 12μ. Όπως όριζε ο αυστηρός οικογενειακός κώδικας. Η συμμετοχή μας στο δικαίωμα μόρφωσης σε γυμνάσια του Βόλου (στη Ν. Ιωνία δεν υπήρχαν), που οι πρόσφυγες γονείς μας, με αγώνα και θυσίες μας το εξασφάλισαν, ήταν η καθημερινότητά μας. Τους θυμόμαστε πάντα με σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Κάθε πρωί διανύαμε την απόσταση Ν. Ιωνία-Βόλου με τα πόδια.
Μνήμες χαραγμένες βαθιά που δεν έχουν τελειωμό. Αυτουργός αυτής της παρένθεσης η αγαπητή Χαρούλα. Μας το λέει και η ίδια. «Μνήμες αλλοτινών καιρών». Κλείνω την παρένθεση και επανέρχομαι.
Οι παράγραφοι των αφηγήσεων που αποτελούν και τα επιμέρους Κεφάλαια του περιεχομένου, διαμοιράζονται σε τρία μέρη.
Στο πρώτο: «Δίκην Ημερολογίου» έχει ως σημείο αναφοράς το Άσυλο Παιδιού Βόλου, που υπήρξε για τη συγγραφέα η φιλόξενη Εστία των παιδικών της ονείρων και με πολύ σεβασμό. Αγάπη και ευγνωμοσύνη εκφράζει τα συναισθήματά της.
Στο δεύτερο: «Πανανθρώπινη Αλληλεγγύη- Εθελοντισμός» παρουσιάζει με επάρκεια στοιχείων και τεκμηρίωση, την πολύχρονη ιστορική διαδρομή και την αναγνωρισμένη κοινωνική προσφορά του Ιδρύματος, που ξεκινά από το 1922. Πλέκει τον ιστορκό καμβά του ΑΠΒ: Ίδρυση, συμπαραστάτες, ευεργέτες, πρόσωπα, που υπηρέτησαν με εθελοντισμό και αγάπη στο παιδί κ.α., που δικαιολογούν την καθολική αναγνώριση της κοινωνίας του Βόλου.
Στο τρίτο και τελευταίο μέροs: «Λίγο προτού πούμε αντίο» δίνει με πολλή εγκαρδιότητα και πλούσιο συναισθηματικό οίστρο το πολυσχιδές σκηνικό της παραμονής της στο Άσυλο. Περιγράφει τις σπουδαιότερες στιγμές της ζωής της στο Ίδρυμα. Επικοινωνίες, φιλίες, δημιουργικές στιγμές, χαρές, λύπες κ.α. Με συγκίνηση και ανθρώπινη διάσταση συναισθημάτων αποτυπώνει τις τελευταίες στιγμές της ζωής της στο Άσυλο. Αποκαλύπτει το πραγματικό πρόσωπο της ηρωίδας Μυρσίνης. Αυτοβιογραφικό το αφήγημα, που ο απλός, κατανοητός και λογοτεχνικά πλούσιος λόγος δημιουργεί ατμόσφαιρα υψηλής αισθητικής και ευχάριστης ανάγνωσης.
Επικυρώνει την εκτίμησή μας πως στη νέα της προσπάθεια να παρουσιάσει κείμενο έντεχνου πεζού λόγου, στάθηκε πανάξια. Το φωτογραφικό συλλεκτικό πανόραμα με 22 ιστορικές φωτογραφίες , που κλείνε την έκδοση, ενισχύουν τον τεκμηριωμένο λόγο και με πληρότητα αναδεικνύουν την ιστορικότητα του Ασύλου.
Ως επιμύθιο αυτών των απόψεων, παραθέτουμε στίχους του πάντα επίκαιρου Νομπελίστα ποιητή Σεφέρη, που διακρίνουμε συναντιλήπτορα τη συγγραφέα. Συγχαρητήριο και ευχαριστήριο αντίδοτο στη Χαρούλα Φράγκου.
«Κάποτε συλλογίζομαι πως τούτα εδώ που γράφω δεν είναι άλλο παρά εικόνες, που κεντούν στο δέρμα τους φυλακισμένοι ή πελαγήσιοι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου